Είμαστε απόγονοι ενός λαού που διέπρεψε στο παρελθόν σχεδόν σε όλους τους βασικούς τομείς που αποτελούν το θεμέλιο του σύγχρονου κόσμου. Πολλές επιστήμες γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν στον ελλαδικό χώρο, το ίδιο συμβαίνει και με τις τέχνες. Κληρονομήσαμε λοιπόν μια τεράστια φήμη και ταυτόχρονα το βαρύ χρέος να γίνουμε συνεχιστές αυτής της ιστορίας. Όλα αυτά τα κληροδοτήσαμε μαζί με μια γλώσσα που φημίζεται για την ποικιλομορφία της αλλά και την διάρκεια της μέσα στους αιώνες.
Η ελληνική γλώσσα επιβίωσε και κατάφερε να ξεπεράσει τους κινδύνους των κατακτητών, αρκεί ίσως να αναλογιστούμε πως αυτή η γλώσσα άντεξε την Τουρκοκρατία. Ενώ λοιπόν κατάφερε να επιβιώσει σε δύσκολους ανελεύθερους καιρούς έρχεται αντιμέτωπη με μια σφοδρή κρίση στις μέρες μας. Πληθαίνουν οι έρευνες στις οποίες καταγράφεται η έντονη αδυναμία των μαθητών στη διαχείριση γραπτού λόγου ενώ ταυτόχρονα οι ίδιες έρευνες μιλούν για περιορισμένο λεξιλόγιο.
Όσοι ασχολούνται με την εκπαίδευση, είτε από τη σκοπιά του εκπαιδευτικού είτε ακόμα και από τη σκοπιά του κηδεμόνα, έχουν έρθει σίγουρα αντιμέτωποι με τη φράση «δεν έχω τι να γράψω» για ασκήσεις γραπτού λόγου. Κακώς έχει καλλιεργηθεί η λανθασμένη εντύπωση πως η γραπτή έκφραση αποτελεί προνόμιο λίγων, όσων δηλαδή διαθέτουν το έμφυτο ταλέντο της έμπνευσης. Αυτό χρειάζεται για να συντάξει κανείς ένα λογοτεχνικό κείμενο και όχι για να εκθέσει τις απόψεις του πάνω σε κάποιο ζήτημα. Η γλωσσική ένδεια της νέας γενιάς αντικατοπτρίζει όμως την πνευματική της ένδεια και όχι την έλλειψη έμπνευσης.
Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινής οφείλουμε να μελετήσουμε τις νέες συνήθειες που υιοθετήσαμε καθώς η τεχνολογική έξαρση αφαίρεσε από τα χέρια μας τα μολύβια και έβαλε στη θέση τους κινητά, υπολογιστές και τάμπλετ. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η «γέννηση» μιας νέας γλώσσας, χρησιμοποιούμε λατινικούς χαρακτήρες για να γράψουμε λέξεις της ελληνικής γλώσσας, αδιαφορώντας για τους κανόνες της γραμματικής, της σύνταξης και της ορθογραφίας. Η νέα γενιά ταυτοχρόνως βομβαρδίζεται από πρότυπα πνευματικά κενά και απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τα «παλιά ελληνικά» του Σεφέρη, του Παπαδιαμάντη και της Πηνελόπης Δέλτα καθώς δεν θεωρεί τα αναγνώσματα αυτά της μόδας, ή γιατί τους επιτρέψαμε όλοι εμείς να θεωρούν ότι η λογοτεχνική αξία ενός συγγράμματος μειώνεται με το πέρασμα των χρόνων. Όλο αυτά όμως είναι φυσικό επακόλουθο της απομάκρυνσης μας από την αξία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας η οποία γίνεται με τη συμβολή του εκπαιδευτικού συστήματος.
Το εκπαιδευτικό σύστημα υποβαθμίζει την αξία της γνώσης και ενισχύει τη βαθμοθηρία. Στρέφει τους νέους μακριά από την πνευματική αναζήτηση καθώς δεν αναπτύσσει την κριτική τους σκέψη αλλά τους οδηγεί στην παπαγαλία εκφράσεων ακόμα και στο μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας όπου οι μαθητές τελικά καταλήγουν να αποστηθίζουν ολόκληρα αποσπάσματα τα οποία πολλές φορές παραθέτουν στα κείμενα τους χωρίς να τα έχουν κατανοήσει.
Η γλωσσική παιδία χτίζεται σταδιακά και από την παιδική ηλικία. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να δίνουν στα παιδιά λογοτεχνικά ερεθίσματα και να μην δείχνουν ανοχή στα ορθογραφικά λάθη. Ένας έφηβος δεν έχει σαφώς το χρόνο να μελετήσει βιβλία εξωσχολικά, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους όπου οι υποχρεώσεις του είναι αυξημένες έτσι κι αλλιώς. Η αγάπη όμως για τα βιβλία χτίζεται μέρα με τη μέρα.
Μαζί με όλα τα παιχνίδια και τα τεχνολογικά εργαλεία που χαρίζουμε στα παιδιά μας οφείλουμε να χαρίζουμε και βιβλία. Μάλιστα πρέπει και εμείς οι ίδιοι να μελετούμε βιβλία για να είναι τα παιδιά μας εξοικειωμένα με την εικόνα. Οφείλουμε κι εμείς να μιλάμε σωστά, να χρησιμοποιούμε ένα ευρύ λεξιλόγιο και να καλλιεργούμε την αγάπη για την ελληνική γλώσσα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα προωθούμε την εκμάθηση ξένων γλωσσών ή θα δαιμονοποιούμε τα τεχνολογικά εργαλεία. Χρειάζεται ένα μέτρο, μια χρυσή τομή ανάμεσα στη διατήρηση της παράδοσης και την εκπαίδευση της νέας γενιάς μέσα στις νέες συνθήκες της σύγχρονης ζωής.
Η λογοτεχνία είναι κάτι παραπάνω από ένα σχολικό μάθημα και η ανάπτυξη του γραπτού λόγου δεν είναι μόνο σχολική άσκηση ούτε μόνο επιτακτική ανάγκη επικοινωνίας. Ο γραπτός λόγος αποτελεί την έκφραση της δομημένης σκέψης. Δίνει σάρκα και οστά θα έλεγε κανείς στη σκέψη που γεννιέται στο μυαλό ενός ανθρώπου.
Αν λοιπόν στοχεύουμε στην δημιουργία μιας γενιάς που θα έχει ισχυρή φωνή και θα μπορεί να επιχειρηματολογεί και να επιλύει τα προβλήματα με διάλογο, εάν θέλουμε η γλώσσα μας να μην αντικατασταθεί από τη μόδα των greeklish είναι η κατάλληλη ώρα να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας στα βιβλία.
About the author
Ένα ταξίδι είναι η ζωή, μια βόλτα με φίλους. Καθε μερα της μας χαρίζει "εύρετρα", κάθε νύχτα της ξυπνάει τα θέλω που βάλαμε νωρίς για ύπνο. Ακροβάτης είμαι ανάμεσα σε θέλω και πρέπει, χαράζω λέξεις σε χαρτιά και τις αφήνω να πετάξουν μακριά.